Τι είναι οι παραϋπνίες;

Οι παραϋπνίες είναι παθολογικά κινητικά φαινόμενα που παρουσιάζονται στη διάρκεια του ύπνου και προκύπτουν συνήθως κατά τις αφυπνίσεις τόσο από τον ύπνο που χαρακτηρίζεται από την ταχεία κίνηση των ματιών (ύπνος REM) όσο και από τον ύπνο non-REM (NREM).

Οι παραϋπνίες χρήζουν αντιμετώπισης ειδικά εάν διασπούν τον ύπνο και εφόσον είναι υπεύθυνες για ύπνο κακής ποιότητας/μη αναζωογονητικό καθώς επίσης και εφόσον εγκυμονούν κινδύνους για την ασφάλεια του ασθενή ή και τρίτων.

• Χαρακτηρίζονται από ανεπιθύμητες σωματικές ή λεκτικές συμπεριφορές, όπως το περπάτημα ή η ομιλία κατά τη διάρκεια του ύπνου. 

• Συμβαίνουν σε συγκεκριμένα στάδια του ύπνου ή στις στιγμές που ο ασθενής αφυπνίζεται. 

Tύποι παραϋπνιών :

  • Εφιάλτες

    Οι εφιάλτες είναι ζωντανά νυχτερινά γεγονότα που μπορούν να προκαλέσουν αισθήματα φόβου, τρόμου, ή/και άγχος. Συνήθως, το άτομο που έχει έναν εφιάλτη ξυπνάει απότομα όντας στον ύπνο REM και είναι σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς το περιεχόμενο των ονείρων. Συνήθως, ακολουθεί δυσκολία να επιστρέψει στον ύπνο. Εφιάλτες μπορεί να προκληθούν από πολλούς παράγοντες, όπως όταν υπάρχει κάποια υποκείμενη νόσος, άγχος, κάποιο τραυματικό γεγονός ή λόγω ανεπιθύμητων αντιδράσεων από φάρμακα.

  • Η υπνοβασία

    Συχνά η υπνοβασία περιγράφεται όταν ένα άτομο φαίνεται να είναι ξύπνιο και περπατά με τα μάτια ανοιχτά, ενώ στην πραγματικότητα κοιμάται. Οι υπνοβάτες δεν έχουν καμία μνήμη από τις ενέργειές τους. Και η υπνοβασία, όπως και ο νυκτερινός τρόμος, συχνότερα συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του βαθέος μη-REM ύπνου (στάδιο 3), συνήθως στο πρώτο μισό της νύκτας. Αυτά τα επεισόδια ποικίλλουν ευρέως σε πολυπλοκότητα και διάρκεια. Αυτή η διαταραχή πιο συχνά εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας έξι έως δώδεκα.Ωστόσο, η υπνοβασία μπορεί να συμβεί ανάμεσα σε μικρότερα παιδιά, ενήλικες ακόμη και ηλικιωμένους, ενώ και εδώ, όπως και στο νυκτερινό τρόμο, υπάρχει έντονο το οικογενές στοιχείο. Η υπνοβασία μπορεί μερικές φορές να είναι επικίνδυνη, επειδή ο υπνοβάτης δεν γνωρίζει το περιβάλλον του και μπορεί να τραυματιστεί ή να τραυματίσει κάποιον άλλο.

  • Η υπνική παράλυση

    Οι άνθρωποι με παράλυση ύπνου δεν είναι σε θέση να μετακινήσουν το σώμα ή τα άκρα ή δεν μπορούν ακόμη να ανοίξουν και τα μάτια τους, κατά την αφύπνιση. Μερικές φορές η παράλυση ύπνου είναι οικογενής. Η στέρηση του ύπνου, καθώς και τα ακανόνιστα ωράρια ύπνου-εγρήγορσης μπορεί επίσης να προκαλέσουν παράλυση ύπνου. Η υπνική παράλυση είναι συχνό σύμπτωμα στα πλαίσια ναρκοληψίας, μιας διαταραχής που χαρακτηρίζεται κυρίως από σημαντικότατη ημερήσια υπνηλία. Η υπνική παράλυση δεν είναι επιβλαβής, αλλά οι άνθρωποι τη βιώνουν συχνά με αίσθημα φόβου και τρόμου, μιας και νιώθουν παράλυτοι και ανίκανοι να αντιδράσουν στο οτιδήποτε. Ένα επεισόδιο της παράλυσης, τυπικά κρατάει κάποιες στιγμές και συχνά τελειώνει από ήχο ή άγγιγμα. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά, το άτομο με παράλυση ύπνου είναι σε θέση να κινηθεί και πάλι.

  • Νυκτερινή ενούρηση

    Σε αυτή την κατάσταση, που ονομάζεται επίσης ενούρηση στον ύπνο, το προσβεβλημένο άτομο δεν είναι σε θέση να διατηρήσει τον έλεγχο των ούρων όταν κοιμάται. Υπάρχουν δύο είδη ενούρησης: πρωτοπαθής και δευτεροπαθής. Στην πρωτοπαθή ενούρηση, ένα άτομο δεν είναι σε θέση να έχει τον έλεγχο των ούρων από την παιδική ηλικία και μετά. Στη δευτεροπαθή ενούρηση, ένα άτομο χάνει τον έλεγχο της ούρησης, ενώ προηγουμένως ήταν σε θέση να την ελέγχει. Νυκτερινή ενούρηση μπορεί να προκληθεί από ιατρικές συνθήκες (συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη, λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος, λήψη φαρμάκων ή αλκοόλ) ή από ψυχιατρικές διαταραχές. Μερικές θεραπείες για την ενούρηση περιλαμβάνουν τροποποίηση της συμπεριφοράς, συστήματα ειδοποίησης και φαρμακευτική αγωγή.

  • Νυχτερινός Τρόμος

    Ένα άτομο που πάσχει από νυκτερινό τρόμο ξυπνά απότομα από τον ύπνο όντας πολύ τρομαγμένος, ενώ συχνά η αφύπνιση συνοδεύεται από κλάμα ή ουρλιακτό, αύξηση του καρδιακού ρυθμού ή της αναπνοής (ταχύπνοια), εφίδρωση ή έξαψη του δέρματος. Το άτομο μπορεί να φαίνεται πως είναι ξύπνιο, αλλά βρίσκεται σε σύγχυση και αδυνατεί να επικοινωνήσει. Ο  νυχτερινός τρόμος διαρκεί από λίγα μέχρι και 15 λεπτά, ενώ με το πέρασμα του επεισοδίου μπορεί να ξανακοιμηθεί. Οι άνθρωποι που πάσχουν από νυχτερινό τρόμο συνήθως δεν θυμούνται τα γεγονότα το επόμενο πρωί. Νυχτερινός τρόμος συμβαίνει ως επί το πλείστον στον βαθύ ύπνο. Οι άνθρωποι που βιώνουν νυκτερινό τρόμο μπορεί να γίνουν επικίνδυνοι για τον εαυτό τους ή τους άλλους, εξαιτίας των δυνητικών βίαιων κινητικών φαινομένων (π.χ. μπορεί να πέσουν από το κρεβάτι κλπ). Ο νυχτερινός τρόμος είναι αρκετά συχνός σε παιδιά νηπιακής και παιδικής και λιγότερο εφηβικής ηλικίας. Αυτή η διαταραχή του ύπνου, συχνά υπάρχει σε οικογένειες, ενώ εμφανίζεται στο 3% των ενηλίκων. Ισχυρή συναισθηματική ένταση ή/και η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα των επεισοδίων νυχτερινού τρόμου μεταξύ των ενηλίκων.

  • Συγχυτικές αφυπνήσεις

    Συγχυτικές αφυπνίσεις συνήθως συμβαίνουν, όταν ένα άτομο έχει ξυπνήσει από βαθύ ύπνο κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους της νύχτας. Αυτή η διαταραχή, η οποία είναι επίσης γνωστή ως υπερβολική αδράνεια ύπνου ή μέθη του ύπνου, περιλαμβάνει μια υπερβολική βραδύτητα κατά την αφύπνιση. Οι άνθρωποι που βιώνουν τη συγχυτικές αφυπνίσεις αντιδρούν αργά στις εντολές και μπορεί να έχουν προβλήματα κατανόησης σε ερωτήσεις που τους τίθενται. Η μορφή της στην παιδική ηλικία είναι καλοήθης και υποχωρεί από μόνη της, ενώ η παραλλαγή των ενηλίκων μπορεί να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα με πιθανές συνέπειες τραυματισμούς, χαμηλή απόδοση στην εργασία, κλπ.

  • Διαταραχή συμπεριφοράς του ύπνου REM (RBD)

    Οι άνθρωποι με διαταραχή συμπεριφοράς του ύπνου REM, παρουσιάζουν παθολογική εκδραμάτιση/εξωτερίκευση του υπνικού περιεχομένου (συχνά βίαιου ή δυσάρεστου). Φυσιολογικά κατά τον ύπνο REM υπάρχει μια κατάσταση «παράλυσης» (μυϊκή ατονία), αλλά στους ανθρώπους με RBD, καταργείται αυτή η φυσιολογική μυϊκή ατονία) και έτσι ενώ ονειρεύονται μετακινούνται. Συνήθως, RBD εμφανίζεται σε άνδρες ηλικίας 50 ετών και άνω, αλλά η διαταραχή μπορεί επίσης να συμβεί σε γυναίκες και σε νεότερους ανθρώπους. Στη διάγνωση και τη θεραπεία της RBD, εμπλέκονται συχνά σοβαρές νευρολογικές διαταραχές. Η βίντεο-πολυυπνογραφία (μελέτη ύπνου) είναι απαραίτητο εργαλείο για τη διάγνωση του RBD, ενώ υπάρχουν και διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις.